Ο Τομέας Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων αποφάσισε να τιμήσει τη μνήμη του Ζαν Πωλ Σαρτρ με αφορμή τα εκατό χρόνια απο τη γέννησή του, στις 21 Ιουνίου του 1905. Η επέτειος αυτή μας δίνει την αφορμή να ξαναδούμε κάποιες πτυχές του έργου του, να τις ξανασκεφτούμε και να τις συζητήσουμε για να μαθαίνουν οι νεώτεροι και να ξαθυμόμαστε οι πιο παλιοί έναν ευρωπαίο στοχαστή που βρισκόταν στο επίκεντρο των πολιτικοφιλοσοφικών συζητήσεων στα μεταπολεμικά χρόνια. Μέσα απο τα φιλοσοφικά μυθιστορήματα, τα θεατρικά του έργα, τα δοκίμια και αργότερα τα φιλοσοφικά του έργα έγινε η μύηση πολλών νέων στον άθεο υπαρξισμό και στην συγκεκριμένη ηθική της πράξης και της υπεύθυνης προσωπικής επιλογής.
Ο Σάρτρ υπήρξε ένας μαχητικός διανοούμενος, συμμετέχοντας όχι μόνο στην ιδεολογική διαπάλη της εποχής του αλλά και στην δυναμική αντίσταση στη ναζιστική κατοχή της Γαλλίας. Αντέδρασε σθεναρά στους πολέμους της Αλγερίας και του Βιετνάμ, συμμετέχοντας στο περίφημο Διεθνές Δικαστήριο Μπερτραντ Ράσσελ, για τα εγκλήματα πολέμου των αμερικανών στο Βιετνάμ. Ηταν επίσης παρών στη φοιτητική εξέγερση του 1968 ενώ αργότερα προσέγγισε τη ριζοσπαστική Αριστερά της εποχής του. Εκτός απο ενεργός πολίτης, όπως θα λέγαμε σήμερα, υπήρξε αναμφισβήτητα ένας τολμηρός και γιαυτό αμφιλεγόμενος στοχαστής της εποχής του, που για πολλλά χρόνια επηρέασε την πνευματική ζωή της Γαλλίας και της Ευρώπης.
Μετά το θάνατό του (15/4/1980) οι αυτοαποκαλούμενοι «Νέοι φιλόσοφοι», προσπάθησαν να αμφισβητήσουν το κύρος του και να δημιουργήσουν ένα αρνητικό κλίμα γύρω απο το όνομα και το έργο του. Σήμερα κάποιοι απο αυτούς επιχειρούν να εξιλεωθούν ανακαλώντας όσα επιπόλαια και κακοήθη είχαν στο παρελθόν διατυπώσει, αναζητώντας με προκλητικό τρόπο τη δημοσιότητα. Παραδέχονται εκ των υστέρων ότι το πλούσιο σε ιδέες και τόλμη έργο του αξίζει να ξαναδιαβαστεί. Το κύρος και η αίγλη που διέθετε ο Σάρτρ όσο ζούσε είχε κατακτηθεί επάξια με τη δύναμη της φιλοσοφικής του σκέψης και την μεγάλη ικανότητά του να συλλαμβάνει το πνεύμα της εποχής του και την τόλμη του να παρεμβαίνει στα πολιτικά και κοινωνικά της δρώμενα.
Απο το πλούσιο έργο του θα περιοριστούμε αναπόφευκτα σε ένα χαρακτηριστικό κείμενο που εκφράζει και εκλαϊκεύει βασικά σημεία της φιλοσοφικής και πολιτικής του σκέψης. Πρόκειται για το κείμενο του 1946 με τίτλο : «Ο υπαρξισμός είναι ένας ουμανισμός». Στο κείμενο αυτό ο Σάρτρ επιχειρεί να υπερασπιστεί τον υπαρξισμό του απο μια σειρά επικρίσεων που του είχαν απευθύνει. Τον κατηγόρησαν για την απαισιοδοξία της φιλοσοφίας του που οδηγεί στην ομφαλοσκόπηση, στην απελπισμένη εφησύχαση και την αδρανή θεώρηση των πραγμάτων αφού θεωρεί πως όλες οι λύσεις είναι απ΄την αρχή αποκλεισμένες. Μια άλλη επίκριση που είχε δεχτεί ήταν οτι υπογραμμίζει την κακή πλευρά της ανθρώπινης φύσης και παραγνωρίζει πολλές γελαστές ομορφιές και τη φωτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Οι κομμουνιστές των κατηγορούσαν οτι αγνοεί την ανθρώπινη αλληλεγγύη θεωρώντας οτι ο άνθρωπος είναι απομονωμένος, στη φιλοσοφία του, αφού αυτή ξεκινάει απο την καθαρή υποκειμενικότητα, απο το καρτεσιανό «σκέπτομαι άρα υπάρχω», που αδυνατεί να συλλάβει τους άλλους ανθρώπους που είναι έξω απο εμάς και κατά συνέπεια αρνείται την ανθρώπινη αλληλέγγύη εγκαταλείποντας τον άνθρωπο στην απομόνωση και την μοναξιά του.
Σ’αυτές τις επικρίσεις απο την πλευρά των κομμουνιστών της εποχής του ερχόντουσαν να προστεθούν οι επικρίσεις της χριστιανικής πλευράς που τον κατηγορούσαν οτι αρνείται τη σοβαρότητα των ανθρώπινων εγχειρημάτων, αφού όπως έλεγαν οι καθολικοί «αν διαγράψουμε τις εντολές του θεού και τις αξίες που έχουν εγγραφεί μια για πάντα στην αιωνιότητα δεν απομένει πιά παρά η πλήρης ασυδοσία κι’ ο καθένας μπορεί να κάνει οτι θέλει».
Στις παραπάνω επικρίσεις έρχεται ο Σάρτρ να απαντήσει με το κείμενο που του έδωσε τον τίτλο «ο υπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός». Με το όρο υπαρξισμός λέει ο ίδιος «εννοούμε μια θεωρία που καθιστά τη ζωή δυνατή, βιώσιμη και που διακηρύσσει οτι κάθε αλήθεια και κάθε πράξη εξυπακούουν ένα κοινωνικό περιβάλλον και μιαν ανθρώπινη υποκειμενικότητα». Εκτός απο την υπαρξιστική μόδα των εκκεντρικών καλλιτεχνών που μπέρδευε αρκετά τα πράγματα ήταν και το γεγονός οτι υπήρχαν στην εποχή του Σάρτρ δυό είδη υπαρξιστών : οι χριστιανοί , όπως ο γάλλος Γκαμπριέλ Μαρσέλ και ο γερμανός Κάρλ Γιάσπερς, και οι δυό καθολικοί, και απο την άλλη μεριά οι άθεοι υπαρξιστές, στους οποίους συμπεριλάμβανε ο Σάρτρ τον Μάρτιν Χάϊντεγγερ, τους γάλλους υπαρξιστές και τον εαυτό του.
Το κοινό που έχουν μεταξύ τους είναι το γεγονός οτι θεωρούν πως «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας». Δηλαδή ότι ξεκινούν απο την υποκειμενικότητα.
Τι σημαίνει εδώ οτι η ύπαρξη προηγείται της ουσίας ; Σημαίνει οτι «ο άνθρωπος πρώτα υπάρχει, απαντιέται με τον εαυτό του, ξεπετάγεται μέσα στον κόσμο, και ύστερα προσδιορίζεται». Ο άνθρωπος απο τα πρίν δεν είναι τίποτε. Θα γίνει μετά και θα γίνει αυτό που θα φτιάξει ο ίδιος τον εαυτό του. «Δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση, αφού δεν υπάρχει θεός για να την συλλάβει». «Ο άνθρωπος είναι, όχι μόνο η αντίληψη που ο ίδιος έχει για τον εαυτό του, αλλά κι αυτός που θέλει να είναι, κι όπως συλλαμβάνει τον εαυτό του μετά την ύπαρξη». Ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο αυτό που ο ίδιος γίνεται. Αυτή είναι η πρώτη αρχή του υπαρξισμού. Αυτή είναι η λεγόμενη «υποκειμενικότητα» που του επιρρίπτουν.
Ο Σάρτρ απαντά : « Αλλά τι άλλο θέλουμε να πούμε με τα παραπάνω, άν όχι πως ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερη αξιοπρέπεια απ’ότι η πέτρα ή το τραπέζι ; Γιατι αυτό που θέλουμε να πούμε είναι οτι ο άνθρωπος υπάρχει πρώτα, δηλαδή είναι αυτό που ρίχνεται προς ένα μέλλον κι’ αυτό που έχει συνείδηση πως προβάλλεται στο μέλλον». Ο άνθρωπος για το Σάρτρ είναι στην αρχή ένα σχέδιο που βιώνεται υποκειμενικά.Θα γίνει πάνω απ’όλα αυτό που θα έχει σχεδιάσει να γίνει. Αν αληθεύει οτι η ύπαρξη προηγείται της ουσίας τότε ο άνθρωπος είναι υπαύθυνος για ό,τι είναι. Η δε ευθύνη για τον εαυτό του δεν σχετίζεται μόνο με την περιορισμένη ατομικότητά του αλλά έχει το νόημα οτι ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για όλους τους ανθρώπους. Οταν εκλέγει τον εαυτό του ο άνθρωπος εκλέγει ταυτόχρονα και όλους τους ανθρώπους. Εκλέγοντας να είμαστε τούτο ή το άλλο επιβεβαιώνουμε ταυτόχρονα την αξία αυτού που εκλέγουμε γιατί δεν μπορούμε ποτέ να εκλέξουμε το κακό. Αυτό που εκλέγουμε είναι πάντα το καλό και τίποτε δεν μπορεί να είναι καλό για μας χωρίς να είναι και για όλους τους άλλους.
Αυτό βέβαια δεν αποκλείει την πιθανότητα της λανθασμένης επιλογής. Στην κλασσική αριστοτελική Ηθική γίνεται η διάκριση ανάμεσα στο πραγματικά «αγαθό» και το «φαινόμενο αγαθό», ό ενάρετος είναι σε θέση, όπως ο άριστος τοξότης, να πετυχαίνει πάντα το στόχο του, το πραγματικό αγαθό. Στην ηθική της ευθύνης του Σάρτρ το πεδίο ευρύνεται επειδή όπως μας λέει «η ευθύνη μας είναι πολύ μεγαλύτερη απο οτι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε, γιατί δεσμεύει ολόκληρη την ανθρωπότητα». Η εικόνα που διαμορφώνουμε για τον εαυτό μας ισχύει για όλους και για ολόκληρη την εποχή μας. Ειμαι υπεύθυνος για τον εαυτό μου και για όλους, και δημιουργώ μιαν ορισμένη εικόνα του ανθρώπου που διαλέγω. «Εκλέγοντας λοιπόν τον εαυτό μου εκλέγω τον άνθρωπο».Αν π.χ. διαλέξω να είμαι υποταγμένος, θέλω να είμαι υποταγμένος για όλους. Πρεσβεύω και προβάλλω την υποταγή. Το διάβημά μου εδέσμευσε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Η επιλογή συνοδεύεται απο «άγχος». Ο άνθρωπος που εκλέγει και δεσμεύεται και που έχει τη συναίσθηση πως δεν είναι μόνο αυτό που διάλεξε να είναι, αλλά κι’ενας νομοθέτης που εκλέγει ταυτόχρονα για τον εαυτό του και την ανθρωπότητα ολόκληρη, δεν είναι δυνατόν να ξεφύγει απο το συναίσθημα της πλήρους και βαθειάς ευθύνης. Πολλοί πιστεύουν, λέει ο Σάρτρ, οτι ενεργώντας δεν δεσμεύουν παρά τον εαυτό τους. Κι’όταν τους λέει κανείς : «μα άν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο; Σηκώνουν τους ώμους και απαντούν: όλος ο κόσμος δεν κάνει το ίδιο». «Ωστόσο πρέπει κανείς πραγματικά να αναρωτιέται: τι θα συνεβαινε άν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο; ». Αυτός που λέει ψέμματα κι’ υστερα ζητάει συγνώμη δηλώνοντας : όλος ο κόσμος δεν κάνει το ίδιο; αυτός δεν νοιώθει άνετα με τη συνειδησή του, γιατι το γεγονός οτι ψεύδεται εξυπακούει πως αναγνωρίζει το ψέμα σαν μια παγκόσμια αξία.
Πάντως το υπαρξιακό άγχος της ηθικής της ευθύνης του Σάρτρ δεν αποτελεί «ενα παραπέτασμα που μας χωρίζει απο τη δράση, αλλά αποτελεί μέρος αυτής της ίδιας της δράσης. Οταν ο Σάρτρ μιλάει για «εγκατάλειψη» του ανθρώπου, έκφραση δανεισμένη απο τον Χάϊντεγγερ, εννοεί μονάχα πως ο Θεός δεν υπάρχει και πως πρέπει να τραβήξουμε ως τα άκρα τις συνέπειες αυτής της κατάστασης. «Το γεγονός οτι δεν υπάρχει Θεός είναι πολύ ενοχλητικό», πρεσβεύει ο υπαρξισμός, «γιατί μαζί του εξαφανίζεται κάθε δυνατότητα να βρεί κανείς αξίες σ’ένα νοητό ουρανό. Δεν μπορεί πιά να υπάρχει κάτι το α πριόρι καλό, αφου δεν υπάρχει μια απέραντη και τέλεια συνείδηση για να το συλλάβει» . Πουθενά δεν είναι γραμμένο πως το καλό υπάρχει, πως πρέπει να είναι κανείς τίμιος, να μη λέει ψέματα, αφου ακριβώς βρισκόμαστε σ’ένα επίπεδο οπου υπάρχουν μονο άνθρωποι και τίποτε άλλο.
Ο Ντοστογιέφσκυ είχε γράψει : « αν δεν υπήρχε θεός, θα επιτρεπόνταν τα πάντα». Εδω ακριβώς βρίσκεται και η αφετηρία του υπαρξισμού! Πραγματικά, τα πάντα επιτρέπονται αφου δεν υπάρχει θεός και κατά συνέπεια ο άνθρωπος είναι «εγκαταλειμμένος», γιατί δεν βρίσκει ούτε μέσα του, ούτε έξω απο τον εαυτό του μια δυνατότητα ν’αρπαχτεί απο κάτι. Πρώτα απ’όλα, δεν βρίσκει καμιά δικαιολόγηση. Αν πραγματικά, η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, δεν θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε κάτι με αναφορά σε μια δεδομένη και πάγια ανθρώπινη φύση. Με άλλα λόγια «δεν υπάρχει τίποτε το προκαθορισμένο. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος, ο άνθρωπος είναι η ελευθερία».Ακόμα, λέει ο Σάρτρ, αν δεν υπάρχει Θεός, δεν βρίσκουμε απέναντί μας αξίες ή επιταγές που να νομιμοποιούν τη διαγωγή μας. Ετσι δεν έχουμε ούτε πίσω μας, ούτε μπροστά μας, στη φωτεινή περιοχή των αξιών ούτε δικαίωση ούτε δικαιολόγηση. Είμαστε μόνοι, ασυγχώρητα μόνοι. Αυτό εκφράζει ο Σάρτρ λέγοντας πως «ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος». Καταδικασμένος, γιατί δεν εδημιούργησε, δεν έπλασε μόνος του τον εαυτό του, κι ωστόσο ταυτόχρονα ελεύθερος, γιατί απ’τη στιγμή που «ρίχτηκε» στον κόσμο, είναι υπεύθυνος για ό,τι κάνει.
Ο υπαρξισμός σκέπτεται λοιπόν πως ο άνθρωπος, χωρίς καμιά υποστήριξη απο πουθενά, χωρίς καμιά βοήθεια, είναι καταδικασμένος να εφευρίσκει την κάθε στιγμή τον άνθρωπο. Οπως το διατύπωσε ο γάλλος ποιητής Πόνζ, «ο άνθρωπος είναι το μέλλον του ανθρώπου». Αν βέβαια ερμηνεύσει τη φράση αυτή με την έννοια πως αυτό το μέλλον βρίσκεται γραμμένο στον ουρανό και πως το βλέπει ο Θεός, τότε είναι λάθος, γιατί αυτό δεν θα ήταν πιά μέλλον. Αντίθετα αν εννοούμε πως όποιος και νάναι ο άνθρωπος που εμφανίζεται πάνω στη γή, έχει να πραγματώσει ένα μέλλον, ένα άγραφο μέλλον που τον περιμένει, τότε η φράση είναι σωστή. Τότε όμως ο άνθρωπος είναι «εγκαταλειμένος», αφημένος στη δική του πρωτοβουλία. Καμιά γενική ηθική δεν μπορεί να του υποδείξει τι πρέπει να γίνει. Ειναι ελεύθερος να διαλέξει μόνος του, να εφεύρει το μέλλον του.
Η εγκατάλειψη του ανθρώπου στον εαυτό του έχει σαν συνέπεια το ότι διαλέγουμε μόνοι μας αυτό που είμαστε. «Η εγκατάλειψη αυτή συμβαδίζει με το άγχος. Οσο για την «απελπισία» η έκφραση έχει εξαιρετικά απλό νόημα. Πάει να πεί πως «θα περιοριστούμε να υπολογίζουμε σε ότι εξαρτάται απο τη θέλησή μας ή στο σύνολο των πιθανοτήτων που καθιστούν τη δράση μας δυνατή». Oσο για τη δυνατότητα να στηριχτεί κανείς στην σημερινή ή την αυριανή κοινή δράση των ανθρώπων, τη συντροφική, διεθνιστική αλληλεγγύη των Μαρξιστών, ο Σάρτρ παραμένει επιφυλακτικός, επειδή « οι αλλοι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και αύριο θα αποφασίσουν ελεύθερα για το πως θα είναι ο άνθρωπος . Η κατάσταση θα είναι αυτή που θα αποφασίσει ο άνθρωπος να είναι ».
Ο Σάρτρ παρά τον ατομοκεντρισμό του δεν πέφτει στον εφησυχασμό. Η εφησύχαση είναι η στάση των ανθρώπων που λένε : «Οι άλλοι μπορούν να κάνουν αυτό που εγώ δεν μπορώ να κάνω». Η θεωρία που σας παρουσιάζω, λέει ο Σάρτρ, «είναι ακριβώς το αντίθετο της εφησύχασης, αφου διακηρύσσει : «δεν υπάρχει πραγματικότητα παρά μόνο στη δράση. Πηγαίνει μάλιστα ακόμη μακρύτερα αφου προσθέτει : «ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά το σχέδιο του, δεν υπάρχει παρά στο μέτρο που το σχέδιό του αυτό πραγματώνεται, άρα δεν είναι τίποτε άλλο παρά το σύνολο των πράξεων του, τίποτε άλλο παρά η ζωή του». Οταν λέει ο Σάρτρ οτι: « δεν είσαι τίποτε άλλο παρά η ζωή σου» εννοεί πως ο άνθρωπος δεν είναι άλλο απο μια σειρά εγχειρημάτων, πως είναι το άθροισμα , η οργάνωση, το σύνολο των σχέσεων που συνθέτουν αυτό το εγχείρημα. «Ο δειλός είναι υπεύθυνος για τη δειλία του. Δεν είναι έτσι γιατί τάχα έχει δειλή καρδιά ή δειλούς πνεύμονες ή δειλό εγκέφαλο, δεν είναι έτσι εξαιτίας μιας δειλής φυσιολογικής σύστασης αλλά γιατί φτιάχτηκε έτσι δειλός, με τις πράξεις του». Aυτό που συνιστά την δειλία του είναι η πράξη παραίτησης ή υποταγής που κάνει. Ο δειλός γίνεται δειλός απο τις πράξεις που κάνει ή δεν κάνει, το ίδιο και ο ήρωας, δεν γεννιέται αλλά γίνεται, ήρωας. Υπάρχει πάντα μια δυνατότητα για τον δειλό να πάψει να είναι δειλός και για τον ήρωα, να πάψει να είναι ήρωας. Ο άνθρωπος προσδιορίζεται απο τη δράση του.Το πεπρωμένο του βρίσκεται στα ίδια του τα χέρια.Για τον άνθρωπο δεν υπάρχει ελπίδα παρά μόνο στη δράση του και το μόνο πράγμα που του επιτρέπει να ζεί είναι η πράξη. Με όλα τα παραπάνω ο Σάρτρ θέλει να απαντήσει στους επικριτές του υπαρξισμού που τον κατηγόρησαν οτι είναι μια φιλοσοφία του εφησυχασμού και της απαισιοδοξίας.
Σε όσους τον κατηγόρησαν ότι στη φιλοσοφία του για τον άνθρωπο τον εντοιχίζει μέσα στην υποκειμενικότητα του απαντά ότι, επειδή ήθελε μια κοσμοθεωρία βασισμένη στην αλήθεια και όχι σε ωραίες θεωρίες χωρίς θεμέλια, ξεκινάει απο το καρτεσιανό cogito ergo sum, την απόλυτη αλήθεια της συνείδησης που πραγματώνεται, φτάνοντας στον εαυτό της. «Κάθε θεωρία που παίρνει τον άνθρωπο έξω απο αυτή τη στιγμή που φτάνει στον εαυτό του είναι πρώτα απ’όλα μια θεωρία που καταργεί την αλήθεια». Για να υπάρξει μια επι μέρους αλήθεια χρειάζεται προηγούμενα μια απόλυτη αλήθεια κι αυτή είναι απλή, εύκολη, στο χέρι του καθενός. Συνίσταται στο να κατανοήσει κανείς τον εαυτό του, χωρίς ενδιάμεσο.
Στη σχέση του υπαρξισμού προς τον υλισμό ό Σαρτρ απαντά οτι «ο υπαρξισμός είναι η μόνη θεωρία που δίνει αξία στον άνθρωπο. Η μόνη που δεν τον βλέπει σαν αντικείμενο, δηλαδή σαν ένα σύνολο προκαθορισμένων ιδιοτήτων. Ο υπαρξισμός του φιλοδοξεί να εγκαθιδρύσει τη βασιλεία του ανθρώπινου σαν ένα σύνολο αξιών που διαφέρουν απο το υλικό βασίλειο. Η ανθρώπινη παγκόσμια μοίρα στηρίζεται επίσης και στη δι-υποκειμενικότητα. Μέσα στο «σκέπτομαι» του Καρτέσιου δεν ανακαλύπτουμε μόνο τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους. Σ’αντίθεση προς τη φιλοσοφία του Κάντ ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας απέναντι στους άλλους και οι άλλοι είναι το ίδιο σίγουροι για μάς όσο κι’εμείς οι ίδιοι. «Ο άνθρωπος που ανακαλύπτει τον εαυτό του με το «σκέπτομαι» ανακαλύπτει ταυτόχρονα και όλους τους άλλους και τους ανακαλύπτει ως την προϋπόθεση της ύπαρξης του. Για να πετύχω μιαν οποιαδήποτε αλήθεια γύρω απο τον εαυτό μου, μας λέει, πρέπει να περάσω απο τον άλλο. Ο άλλος είναι απαραίτητος για την ύπαρξή μου καθώς επίσης και για την γνώση του εαυτού μου. Κάτω απο αυτές τις συνθήκες η ανακάλυψη της εσώτερης υπόστασης μου, μου ανακαλύπτει ταυτόχρονα τον άλλο, σαν μιαν ελεύθερία τοποθετημένη απέναντί μου, που δεν σκέπτεται και που δεν θέλει κάτι παρά για το καλό μου ή για το κακό μου. Μ’αυτή την έννοια «Η κόλαση μπορεί να είναι οι άλλοι !».
Ο άνθρωπος αποφασίζει τι είναι ο ίδιος και τι είναι οι άλλοι. Αυτόν τον κόσμο τον αποκαλέι ο Σάρτρ «δι –υποκειμενικότητα». Κι αν είναι αδύνατο να βρούμε στον κάθε άνθρωπο μια «πανανθρώπινη ουσία», μπορούμε αντίθετα να διαπιστώσουμε την ύπαρξη μιας παγκόσμιας ανθρώπινης μοίρας, με την έννοια των ιστορικών συνθηκών, των α πριόρι «ορίων», που διαγράφουν την βασική υπόσταση του ανθρώπου. Τα όρια αυτά είναι αντικειμενικά μεν αλλά και υποκειμενικά με την έννοια οτι είναι βιώσιμα. Δεν είναι τίποτε αν δεν τα βιώσει ο άνθρωπος, αν δηλαδή δεν καθορίσει ελεύθερα την ύπαρξή του σε σχέση με αυτά.Και αν το σχέδιο που αναλαμβάνει και διαγράφει ο κάθε άνθρωπος διαφέρει κανένα απο αυτά δεν μου είναι εντελώς ξένο, γιατί όλα παρουσιάζονται σαν μια απόπειρα για να ξεπεράσει αυτά τα όρια ή να τα απωθήσει ή να τα αρνηθεί ή τέλος να βολευτεί μέσα σ’αυτά.Κατά συνέπεια, κάθε σχέδιο ζωής όσο ατομικό κι’ αν είναι, έχει μια καθολική, παγκόσμια αξία.Υπάρχει δηλαδή μια παγκοσμιότητα κάθε σχεδίου, κάθε σχήματος ζωής, με την έννοια οτι αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό απο τον κάθε άνθρωπο, μπορεί να ξαναεφαρμοστεί σε οποιοδήποτε μέρος. Υπάρχει λοιπόν μια «παγκοσμιότητα» του ανθρώπου, που δεν είναι όμως δεδομένη μια για πάντα, αλλά οικοδομείται διαρκώς. Οικοδομώ την παγκοσμιότητα διαλέγοντας τον εαυτό μου, την οικοδομώ με το να καταλαβαίνω το σχέδιο ζωής κάθε άλλου ανθρώπου οποιασδήποτε εποχής. Ο απόλυτος αυτός χαρακτήρας της εκλογής δεν καταργεί την σχετικότητα της κάθε εποχής.
Αυτό που θέλει να δείξει ο υπαρξισμός του Σάρτρ είναι ο σύνδεσμος του απόλυτου χαρακτήρα της ελεύθερης δέσμευσης, με την οποία ο κάθε άνθρωπος πραγματώνει τον εαυτό του, πραγματώνοντας ταυτόχρονα έναν τύπο ανθρωπότητας. Θεμέλιο όλων των αξιών του είναι η ελευθερία του. Ελευθερία είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος ύπαρξης που αρμόζει στον ανθρώπο. Η ελευθερία δεν είναι παθητική υποταγή ή προσαρμογή στην εξωτερική ή την εσωτερική αναγκαιότητα. Μια ελεύθερη πράξη πρέπει να μπορεί να είναι μόνο μια πράξη με την οποία ο άνθρωπος αλλάζει τον κόσμο του και τον εαυτό του. Επιθυμώντας την ελευθερία ανακαλύπτουμε οτι αυτή εξαρτάται απόλυτα απο την ελευθερία των άλλων και πως η ελευθερία των άλλων εξαρτάται απο τη δική μας. Βέβαια η ελευθερία, ως ορισμός του ανθρώπου, δεν εξαρτάται απο τους άλλους, αλλά μόλις υπάρξει εκλογή και δέσμευση, είμαι υποχρεωμένος να θέλω ταυτόχρονα με τη δική μου ελευθερία και την ελευθερία των άλλων. Δεν μπορώ να πάρω την ελευθερία ως σκοπό μου, παρά μόνο αν πάρω και την ελευθερία των άλλων, επίσης ως σκοπό μου. Ετσι υπάρχει και η δυνατότητα δημιουργίας μιας ανθρώπινης κοινότητας.
Μ’αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος δίνει νόημα και αξία στη ζωή του. Η ζωή δεν έχει νόημα a priori . «Προτού να ζήσετε», μας λέει ο Σάρτρ, «η ζωή δεν είναι τίποτε , σε σας εναπόκειται να της δώσετε ένα νόημα και η αξία δεν είναι τίποτε άλλο παρά το νόημα που διαλέξατε να της δώσετε».Ο άνθρωπος δεν είναι κλεισμένος στον εαυτό του, αλλά είναι παρών πάντα σ’εναν ανθρώπινο κόσμο. Αυτό είναι που ο Σάρτρ ονομάζει «υπαρξιστικό ανθρωπισμό». Ανθρωπισμό, γιατί θυμίζει στον άνθρωπο πως δεν υπάρχει νομοθέτης άλλος απο τον ίδιο των εαυτό του και πως όντας εγκατελελειμένος, μόνος, θα αποφασίσει για τη μοίρα του. Οχι στρεφόμενος προς τα μέσα, προς εαυτόν, αλλά ψάχνοντας πάντα έξω απο τον εαυτό του για ένα σκοπό που να είναι απελευθέρωση, συγκεκριμένη πραγματοποίηση. Μόνον έτσι ο άνθρωπος θα πραγματωθεί, ακριβώς ως ανθρώπινο όν.
Ο υπαρξισμός του Σάρτρ δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσπάθεια να τραβήξει ως τα άκρα όλες τις συνέπειες μιας αθεϊστικής στάσης, με τρόπο που να έχει συνοχή. Ο υπαρξισμός του δεν εξαντλείται στο να αποδείξει οτι ο Θεός δεν υπάρχει. Διακηρύσσει μάλλον οτι ακόμη κι αν υπήρχε ο Θεός τίποτε δεν θα άλλαζε. Ο άνθρωπος πρέπει να ξανάβρει τον εαυτό του και να πεισθεί ότι τίποτε δεν μπορεί να τον σώσει απο τον εαυτό του, ούτε και μια αξιόπιστη απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Με αυτή την έννοια ο ύπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός, μια θεωρία δράσης και ευθύνης. Βέβαια θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει οτι η μεγάλη όξυνση της αντίθεσης ανάμεσα στο «είναι» και στη «συνείδηση», στη φιλοσοφία του Σάρτρ, έχει ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση των αντιθέσεων ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο, επειδή η αμοιβαία αποξένωσή τους γίνεται τόσο απόλυτη, που οι υποκειμενικές επιλογές παύουν να συνδέονται με τις υλικές συνθήκες μέσα στις οποίες είναι δυνατόν να υπάρχουν. Η υπαρξιστική φιλοσοφία, που έχει ως σκοπό της να εκφράσει την τραγικότητα της κατάστασης του ανθρώπου, πραγματώνεται τελικά με ιδεαλιστικό τρόπο και μπορεί τελικά να δώσει την εντύπωση μιας επιφανειακής αισιοδοξίας.
Ο άνθρωπος ριζωμένος καθώς είναι στον κόσμο πρέπει να του δώσει ένα νόημα ανάλογο με τις ανθώπινες υπαρξιακές του ανάγκες. Η ουσία του ανθρώπου βρίσκεται στην αντίφαση ανάμεσα στην ύπαρξή του μέσα στη φύση και ταυτόχρονα στο ότι ξεπερνά τη φύση, χάρη στην έλλειψη στον άνθρωπο ενός εξοπλισμού απο ένστικτα και χάρις στο ότι έχει συνείδηση για τον εαυτό του, για τους άλλους, για το παρόν και το μέλλον του. Μια άλλη αντίληψη του κόσμου που θα ήταν σε θέση να εκφράσει τη «συνάφεια» αλλά και την «αλλοτρίωση» του ανθρώπου και του κόσμου θα ώφειλε να υπερβεί τις όποιες μονομέρειες της υπαρξιστικής φιλοσοφίας και να διαμορφώσει τη βάση για τη λύση των υπαρξιακών προβλημάτων του ανθρώπου, στα πλαίσια ενός σοσιαλιστικού, ίσως, ουμανισμού. Η ανάπτυξη ενός τέτοιου προβλαματισμού θα ήταν ενδιαφέρουσα μεν, αλλά θα ξεπερνούσε σίγουρα και τα χρονικά και τα θεματικά πλαίσια αυτής της εισήγησης.
Κυριακή 7 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου