Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

Για τη σχέση Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας.

Το « Ελληνικό Παράδειγμα ».

Η πρόταση θεραπευτών της συστημικής και οικογενειακής θεραπείας για επαναχρησιμοποίηση της Φιλοσοφίας ως θεραπευτικής μεθόδου δεν ακολουθεί τις επιταγές μιας μόδας της εποχής μας, για αξιοποίηση κάποιων φιλοσόφων στην μυθιστορηματική δομή αφηγήσεων της δυναμικής μιας ομαδικής ψυχοθεραπείας. (Με xαρακτηριστικό παράδειγμα τα μυθιστορήματα του Ιρβιν Γιάλομ). Η επιτυχία αυτών των μυθοπλαστικών προσπαθειών συγχώνευσης της φιλοσοφίας με την ψυχιατρική και τη λογοτεχνία μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική και χρήσιμη για την εκλαϊκευση κάποιων κεντρικών θεμάτων της ψυχολογίας. Oμως πολύ πιο δύσκολη είναι η προσπάθεια ανάδειξης της χρησιμότητας της φιλοσοφίας στη συστημική επανανάγνωση και αξιοποίηση, για τις ανάγκες της οικογενειακής συστημικής θεραπείας, κάποιων αρχετυπικών συμβόλων απο την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, τη μυθολογία ή τις τραγωδίες, όπως έδειξε με εντυπωσιακό τρόπο η μέθοδος αναπαράστασης των ανθρώπινων συστημάτων του Bert Hellinger. Η παρακολούθηση, εκ μέρους μου, σεμιναρίων «οικογενειακών αναπαραστάσεων» και οι πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις, επι σειράν ετών, με τον Δρ. Δ. Σταυρόπουλο και την Δρ. Ντίνα Καμπά, θεμάτων που σχετίζονται με την ανθρώπινη φύση, τις ανθρώπινες σχέσεις μέσα στην οικογένεια και το «γένος», για τις «κρυμμένες τάξεις», τις εμπλοκές και την προσπάθεια απελευθέρωσης του ατόμου απο δεσμά της «μοίρας» του, μέσω της αυτοσυνείδησης και αυτοπραγμάτωσης, μου κέντρισαν το ενδιαφέρον και ισχυροποίησαν απλά την βεβαιότητά μου για την ανάγκη συνεργασίας και αλληλοβοήθειας, στη θεωρία και την πράξη, της ψυχολογίας και της φιλοσοφίας. Ολόκληρη η ιστορία της φιλοσοφίας, απο τις απαρχές της μέχρι τη σύγχρονη Φιλοσοφική Ανθρωπολογία είναι γεμάτη απο παραδείγματα και προσπάθειες προσδιορισμού της βαθύτερης φύσης του ανθρώπου, του ανθρώπινου ψυχισμού, των ψυχικών δυνάμεων, των ορίων και των δυνατότητων αυτοπραγμάτωσης και νοηματοδότησης της ζωής του. Το πέρασμα απο το μύθο στο λόγο, απο τον Ομηρο και τον Ησίοδο, στούς Προσωκρατικούς γίγαντες, στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, συνοδεύεται απο το μοτίβο του προσδιορισμού και της κατανόησης των ορίων της ανθρώπινης θνητότητας και της υπέρβασης της ατομικής και πεπερασμένης ανθρώπινης ύπαρξης απο δυνάμεις υπέρτερες και διαχρονικές, που τον συνδέουν με το γένος του και με την οντική ολότητα, της οποίας αποτελεί μικρογραφία. Θέμα της εισήγησης μου είναι αυτή η δυνατότητα σύζευξης φιλοσοφικής και ψυχολογικής αναζήτησης και η κατανόηση του μεταφυσικού νοήματος και της δυνατότητας εφαρμογής και χρησιμοποίησης των μυθολογικών και φιλοσοφικών αρχετύπων στη σύγχρονη Ψυχοθεραπεία και Φιλοσοφική Ανθρωπολογία, που αποτελεί, κατά την γνώμη μου, ένα συναρπαστικό και πολλά υποσχόμενο πεδίο συνάντησης και έρευνας για φιλοσόφους και ψυχολόγους. Η συστημική μέθοδος αναπαραστάσεων των ανθρώπινων συστημάτων, του Μπερτ Χέλλινγκερ, την οποία εισήγαγε στην Ελλάδα και χρησιμοποιεί με ιδιαίτερη επιτυχία ο Δρ. Δημήτρης Σταυρόπουλος, για την οικογενειακή ψυχοθεραπεία και τα επαναλαμβανόμενα σχήματα στις αναπαραστάσεις., οι ενσωματωμένες δυνάμεις στο σύστημα της οικογένειας και το γένος, δείχνουν οτι υπάρχει μια «κρυφή τάξη» που δρά αόρατα πίσω απο τις φανερές σχέσεις και προσφέρει δυνατότητες επανεξέτασης μιας «εμπλοκής» που υπάρχει στο ευρύτερο σύστημα. Μια διαφορετική ανάγνωση π.χ. των αρχαίων τραγωδιών μπορεί να δείξει οτι αυτό που εμφανιζόταν ως αναπόφευκτο πεπρωμένο (μοίρα) μπορεί με την αποκάλυψη των κρυμένων «τάξεων», να απελευθερωθεί απο την «κατάρα» της επανάληψης που όριζε η εμπλοκή και να μεταστραφεί σε κάτι καλό, σε συμφιλίωση με το προσωπικό ή το συλλογικό «πεπρωμένο». Τη δύναμη των οντικών τάξεων και την αλληλοδιαπλοκή τους την έχουμε με έντονο τρόπο στους μεγάλους έλληνες τραγικούς ποιητές και στους Προσωκρατικούς φιλοσόφους, που φιλοδοξούν να συλλάβουν το δράμα της ανθρώπινης ζωής και να νοηματοδοτήσουν τις προσωπικές επιλογές μπροστά στη μοίρα και το θάνατο. Για τον Ηράκλειτο π.χ. ο άνθρωπος είναι ένα όλο, που είναι ταυτόχρονα απόσπασμα του μεγάλου συμπαντικού όλου και μετέχει στην αέναη διαλεκτική κίνησή του. Η εξερεύνηση του ανθρώπινου Είναι αρχίζει με την αναζήτηση του εαυτού του. «Εδισησάμην εμεωυτόν» (Γύρεψα τον εαυτό μου) (απ. 101). «Ψυχής πείρατα ιών ούκ αν εξεύροιο, πάσαν επιπορευόμενος οδόν.ούτω βαθύν λόγον έχει». (Δεν θα βρείς τα πέρατα της ψυχής όσο και να προχωρήσεις τόσο βαθύ λόγο έχει) (απ. 45 ). «ψυχής έστιν λόγος εαυτόν αύξων». (Ο λόγος της ψυχής αυξάνει τον εαυτό του) (απ. 115).
Εδώ έχομε πρωτοδιατυπωμένο το περίφημο «γνώθι σαυτόν», το παράγελμα που έδωσε το Μαντείο των Δελφών στο Σωκράτη. Η αναζήτηση του εαυτού μας σημαίνει ταυτόχρονα και αναζήτηση και σύλληψη της ευρύτερης, συμπαντικής διαδικασίας και του γίγνεσθαι, στο οποίο μετέχει ο άνθρωπος ως μέρος του Ολου. Η αναζήτηση του βαθύτερου νοήματος, η εξερεύνηση και αποκάλυψη των ορίων της ψυχής δεν είναι εύκολη υπόθεση αφού ο λόγος της ψυχής είναι πολύ βαθύς. Η προσπάθεια πάντως δεν είναι μάταιη αφού τη φωτίζει ο ίδιος ο βαθύς λόγος της ψυχής που είναι για τον Ηράκλειτο ταυτόσημος με το λόγο του σύμπαντος.
Σε άλλα αποσπάσματα του Ηράκλειτου διατυπωνεται μια διπλή, αντιθετική κίνηση. Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν το λόγο (απ. 1) παρόλο που η σκέψη είναι κοινή σε όλους (απ. 113). Δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε τα πέρατα της ψυχής (απ. 45), όλοι όμως οι άνθρωποι είναι ικανοί να γνωρίσουν τον εαυτό τους και να σκέφτονται σωστά (απ. 116). Λόγος και ψυχή πρέπει να συλληφθούν απο τον άνθρωπο που συμμετέχει στη συμπαντική κίνηση και τον συμπαντικό λόγο. Η αναζήτηση είναι συνεχής και δύσκολη, αφού συνεχές και πάντα νέο είναι και το συμπαντικό γίγνεσθαι. Οι περισσότεροι εγκαταλείπουν εύκολα τον αγώνα και απομακρύνονται απο το δρόμο που θα τους έφερνε στον εαυτό τους, στο βαθύτερο είναι τους που είναι ταυτόσημο με το συμπαντικό Είναι. Ο άνθρωπος πρέπει να συλλάβει τον εαυτό του σαν κάτι που εμπεριέχεται στη συμπαντική κίνηση για να μπορέσει να σκεφτεί σύμφωνα με το Λόγο και να επιχειρήσει να εξερευνήσει την ψυχή του.
Η σκέψη του Ηράκλειτου, όπως και κάθε αληθινή σκέψη θέλει να επισημάνει τα όρια. Ωστόσο όλα τα σύνορα μετατοπίζονται και ξεπερνιούνται. Ο λόγος, όντας το ιδιαίτερο γνώρισμα της ψυχής, αυξάνει απο μόνος του ακατάπαυστα. Ετσι βρίσκεται σε κίνηση, γιαυτό και αποτελεί το βαθύ νόημα της ψυχής, που με τη σειρά της φανερώνεται με το γίγνεσθαι του ανθρώπου. Η ψυχή δεν έχει βυθό γιατί η ζωή της είναι ο λόγος κι αυξάνεται ακατάπαυστα επειδή τη διασχίζει η άμπωτις και η πλημυρίδα του συμπαντικού λόγου. Ο συμπαντικός και θείος Λόγος παίρνει στον άνθρωπο συγκεκριμένο σχήμα, γονιμοποιεί τη σκέψη του και αποτελεί την διαγενεακή, διαχρονική αλήθεια της ψυχής του που είναι κάτι άπειρα μεγαλύτερο απο την ατομική οντότητα. Το φώς και τα σκότη που αντιτίθενται και συντίθενται μέσα στον κόσμο υπάρχουν και στην ανθρώπινη ψυχή. Στη φωτεινή, κοινωνική και καταληπτή πλευρά της ψυχής αντιστοιχεί το υπόγειο βάθος του ασυνειδήτου, με την ορολογία της ψυχανάλυσης. Οπως ο λόγος έτσι και αυτή είναι λαμπερή και σκοτεινή, μια προσφέρεται και μια αποτραβιέται.
Μπορούμε στη σκέψη του Ηράκλειτου να βρούμε ίσως την αυγή και τη γένεση της ανθρωπολογικής και την ψυχαναλυτικής σκέψης. Είναι άραγε τυχαίο που η ψυχανάλυση έχει ονομαστεί και “ψυχολογία του βάθους” ; Προσωπικά πιστεύω ότι η ψυχολογία του βάθους περισσότερο απο πολλές άλλες ψυχολογικές θεωρίες μπορεί να προσφέρει χρήσιμη βοήθεια για την επίλυση πολλών φιλοσοφικών προβλημάτων και ζητημάτων που σχετίζονται με την Φιλοσοφία του πολιτισμού. Τόσο ο Σιγκμουντ Φρόϋντ όσο και ο Κάρλ Γιούνγκ, που επιχείρησαν να εξερευνήσουν τα ηρακλείτεια βάθη της ψυχολογίας του ασυνειδήτου, είχαν πλατειά πνευματική καλλιέργεια και βαθειά και ουσιαστική γνώση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας γιαυτό και αξιοποίησαν, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, για την εποχή τους, τις βαθειές, ενορατικές ανθρωπολογικές και ψυχολογικές προϊδεάσεις των πρώτων ελλήνων φιλοσόφων και του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη , που διατύπωσε για πρώτη φορά μια ολοκληρωμένη θεωρία για τον άνθρωπο και τις ψυχικές δυνάμεις, στο έργο του με τίτλο : «Περί ψυχής».
Οπως γνωρίζετε όλοι, η ζωή του ανθρώπου, κατά τον Φρουντ, χαρακτηρίζεται απο μια συνεχή διαπάλη ανάμεσα στις εσωτερικές ενστικτώδεις τάσεις, που αναζητούν την ηδονή και τον κορεσμό και αφετέρου απο τις απαιτήσεις της κοινωνίας που τους εναντιώνονται, ως ατομική ηθική συνείδηση και ως υπερ-εγώ, για αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων. Κλασσικό είναι το περίφημο απαισιόδοξο έργο του για τον “Πολιτισμό ως πηγή δυστυχίας», όπως αποδώθηκε στα ελληνικά. «Τα δυσάρεστα του πολιτισμού» θα μπορούσε να είναι η πιό ακριβολόγα απόδοση του γερμανικού όρου: “Das Unbehagen in der Kultur”, που γράφτηκε το 1930, σε περίοδο που ήταν εμφανής η επερχόμενη λαίλαπα του Ναζισμού και του πολέμου. Σε μια άλλη μελέτη του Φρουντ του 1938 με τίτλο Endliche und unendliche Analyse, (στα άπαντα τομος 16) βρίσκει κανείς μεγάλες ομοιότητες μεταξύ της θεωρίας του Φρόϋντ για τα πρωταρχικά ένστικτα της ζωής (ατόμου και είδους) του Ερωτα, με την έννοια που του δίνει ο Πλάτωνας στο «Συμπόσιο» και τα ένστικτα του θανάτου, της καταστροφής και επιθετικότητας και της φιλοσοφίας του Εμπεδοκλή , του Ακραγαντίνου που μιλάει για δύο συμπαντικές δυνάμεις τη «φιλότητα» και το «νείκος» που εμπλέκονται σε ένα αιώνιο παιχνίδι. Δυό ενάντιες δυνάμεις μια συνθετική και ενωτική και μια διαιρετική, που εμπλέκονται σε ένα αιώνιο παιχνίδι.
Ο Φρουντ υποστήριξε με πειστικό τρόπο την διατήρηση του αρχέγονου στην ψυχή του ανθρώπου, στην πορεία της ζωικής εξέλιξης. Υποστήριξε οτι «τίποτε δεν μπορεί να χαθεί απο την ψυχική ζωή, τίποτε δεν εξαφανίζεται απο ότι διαμορφώθηκε, και όλα διατηρούνται με έναν οποιονδήποτε τρόπο και μπορούν να ξαναφανούν κάτω απο ορισμένες ευνοϊκές συνθήκες, παραδείγματος χάριν με μια κατάλληλη επαναγωγή». («Πολιτισμός πηγή δυστυχίας», ελληνική μετάφραση, εκδ. Μαρή, σ.21). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ρώμης που φέρνει ο Φρόυντ, με τα πολλαπλά επίπεδα ανάπτυξης της πόλης να συνυπάρχουν το ένα πάνω ή μέσα στο άλλο. «Οι προγενέστερες φάσεις της εξέλιξης .. χάνονται μέσα σ΄εκείνες που ακολουθούν και όπου εγκατέλειψαν την ύλη τους». ο.π. σ. 24). και συνεχιζει με τον ισχυρισμό πως « το παρελθόν μπορεί να διαιωνίζεται μέσα στην ψυχή και πως δεν είναι αναγκαστικά εκτεθειμένο στην καταστροφή». Σχετικά με την ψυχική ζωή υποστηρίζει οτι «η διατήρηση του παρελθόντος αποτελεί μάλλον τον κανόνα παρά μια περίεργη εξαίρεση».
Η έννοια του ασυνειδήτου μπορεί να ήταν γνωστή και πριν απο τον Φρουντ δεν είχε όμως ποτέ αποκτήσει τη θεμελιακή σημασία που της έδωσε ο τελευταίος. Ο Carus στο έργο του με τίτλο Psyche και ο Εduard von Hartmann, στην Philosophie des Unbewussten, είχαν διατυπώσει σκέψεις για την επίδραση της ασύνειδητης ψυχής στη συνειδητή ζωή. Ο δεύτερος μάλιστα πιστεύει οτι η ύπαρξη του ασυνειδήτου, που έχει καθαρά τυπική μορφή χωρίς να είναι εννοιολογικά συνυφασμένη με ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο, μπορεί να παίξει σπουδαίο ρόλο στην επίλυση φιλοσοφικών αποριών. Ο Φρουντ ισχυρίστηκε πάντως ότι κάθε ψυχικό συμβάν είναι αποτέλεσμα μιας προγενέστερης αιτίας, κυρίως ασυνείδητης. Η προσπάθεια άρα του ψυχιάτρου θά έπρεπε να κατευθύνεται στην αναδρομή για την αποκάλυψη της κρυφής αιτίας. Ο Αντλερ αντίθετα, βλέποντας τελεολογικά κάθε «ψυχογενές» φαινόμενο, πίστευε οτι κάθε ψυχικό γεγονός αποβλέπει στη δημιοιργία των προϋποθέσεων εκείνων που θα καταστήσουν δυνατή την πραγματοποίηση ενός μελλοντικού σκοπού.
Στο Γιουνγκ έχομε την προσπάθεια σύνθεσης των δύο προηγουμένων μονομερεριών και μια θετική αξιολόγηση του ασυνειδήτου. Οπως λέει στο έργο του : “Analytische Psychologie und Erziehung”, (s. 67) “το ασυνείδητο είναι η αιώνια μητέρα του συνειδητού». Εκτός απο την τυπολογία του για τους ανθρώπινους χαρακτήρες η μεγάλη του προσφορά βρίσκεται στην ανακάλυψη του «ομαδικού ασυνειδήτου». Το ομαδικό ασυνείδητο είναι το τμήμα του ασυνειδήτου που είναι κοινό για κάθε άνθρωπο. «Οπως το ανθρώπινο σώμα παρ’ολες τις φυλετικές διαφορές παρουσιάζει μια κοινή ανατομία, έτσι και η ψυχή κατέχει πέρα απο κάθε διαφορά πολιτισμού και συνείδησης μια κοινή βάση, ένα κοινό υπόστρωμα που το ονόμασα ομαδικό ασυνείδητο. Αυτή η ασυνείδητη ψυχή, που είναι κοινή για ολάκερη την ανθρωπότητα, αποτελείται απο λανθάνουσες προδιαθέσεις, που οδηγούν σε κοινές αντιδράσεις» (Das Geheimnis der goldenen Bluete”, 1929, σ.16).
Περιεχόμενο του ομαδικού ασυνειδήτου δεν είναι πιά απωθημένες ανεκπλήρωτες επιθυμίες, όπως στον Φρόυντ, ούτε τεχνάσματα της συνειδητής ψυχής, όπως στον Αντλερ, αλλά προγονικές εικόνες και παραστάσεις, που κατακτήθηκαν μετά απο χιλιετηρίδες ανθρώπινης εμπειρίας. Τις προγονικές αυτές παραστάσεις τις ονόμασε ο Γιούνγκ,όπως είναι γνωστό, «αρχέτυπα». Ο ίδιος τις ορίζει ως «το κατακάθισμα των εμπειριών της ανθρωπότητας, που επαναλαμβάνονται συνεχώς επι αιώνες». (Das Unbewusste im Normalen und Kranken Seelenleben, s.101.) Τα αρχέτυπα, πρωταρχικές ιδέες- πρότυπα αποτελούν την την βάση για προσδιορισμό ειδικότερων εννοιών. Ο όρος συναντάται στη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα και αξιοποιήθηκαν απο την ψυχολογία του ασυνειδήτου του Κάρλ Γιουνγκ.
Ως αρχέτυπα, οπως είναι γνωστό, νοούνται όλα εκείνα τα παράγωγα του μύθου πρότυπα ανθρώπινων χαρακτήρων, συνηθισμένες αντιδράσεις ηρώων σε συνηθισμένα ερεθίσματα.Τα αρχέτυπα πρόκειται να αποτελέσουν το περιεχόμενο του συλλογικού ασυνειδήτου για τον Γιούνγκ, δηλαδή τις έμφυτες, κληρονομημένες ιδέες και εικόνες και προδιαθέσεις που αποτελούν τα στοιχεία του συλλογικού ασυνειδήτου και χρησιμεύουν ως προκαθορισμένα πρότυπα οργάνωσης της εμπειρίας.
Τα αρχέτυπα, οι αρχέτυποι του Γιούνγκ, μοιάζουν με τις «κατηγορίες» του σκέπτεσθαι του Καντ, όμως στον Γιουνγκ πρόκειται για γενικές εννοιες που αφορούν σε ολόκληρο τον ψυχικό μας βίο. Στο έργο του Das Grundproblem der Gegenwaertigen Psychologie, στο “Wirklichkeit der Seele” διαβάζουμε για το πως και σαν τι θα μπορούσαμε να φανταστούμε το ομαδικό ασυνείδητο. « Αν μπορούσαμε να προσωποποιήσούμε το ομαδικό ασυνείδητο θάταν τότε αυτό ένας ομαδικός άνθρωπος πέρα απο φυλετικές διαφορές, πέρα απο νιότη και γηρατειά, απο γέννηση και θάνατο, και θα μπορούσε να διαθέτει μιαν αθάνατη πείρα, που θα πλησιαζε τα 1-2 εκατομμύρια χρόνια. Αυτός ο άνθρωπος θα ήταν γενικά κύριος καθε χρονικής μεταβολής και αλλαγής...θα ήταν ένας ονειρευτής αιωνίων ονείρων και ένας απαράμιλλος γνώστης του μέλλοντος. Γιατί απο την απέραντη πείρα του θα είχε ζήσει τη ζωή του ατόμου, της οικογένειας, των γενεών και των λαών αμέτρητες φορές και θα κατείχε στο ζωντανό εσώτερό συναίσθημά του το ρυθμό του «γίγνεσθαι», της ακμής και της παρακμής».
Οπως μας λέει στον πρόλογο του έργου του : “ Die Seelenprobleme der Gegenwart», «Η ομορφότερη αλήθεια δεν μας χρησιμεύει σε τίποτε – όπως μας το δείχνει πολύμορφα η ιστορία - αν δεν γίνει εσώτατη εμπειρία». «Εκείνο που χρειαζόμαστε δεν είναι να γνωρίσουμε την αλήθεια, αλλά να τη ζήσουμε». Στο έργο του Γιουνγκ η έννοια της ψυχής αποκτά τεράστια έκταση καλύπτοντας ολόκληρο τον χώρο του όντος. Ο ίδιος ο εξωτερικός κόσμος καταλήγει να θεωρείται μια προβολή της ψυχής, που συσπειρώθηκε επι αιώνες για να αποκτήσει τελικά την άπειρη έκταση που της δίνει ο Γιούνγκ. Οι θρησκευτικές παραστάσεις π.χ. παρουσιάζονται ως προβολές ενδοθυμικών προγονικών εμπειριών. Με τις απόψεις του αυτές ο Γιούνγκ συγγενεύει με την ιδεαλιστική σκέψη των μεγάλων γερμανών φιλοσόφων του Καντ, του Φίχτε, του Σέλλινγκ, του Χεγκελ, του Σλέγκελ και του Σλαιερμάχερ. Τον ψυχολογισμό του τέλους του 19 ου αιώνα, που δεχόταν οτι όλος ο φυσικός και ο νοητός κόσμος είναι στο βάθος ψυχικός. (Theodor Liebs (1851 - 1914) μιμήθηκε στην εποχή μας η οικολογική θεωρία της Γαίας.
Παρά την κριτική που δέχτηκε η θεωρία του Γιούνγκ η συμβολή του έγκειται ίσως στην αντιστάθμιση της ορθολογιστικής στεγνότητας της εποχής του αναδεικνύοντας τις τεράστιες δυνάμεις της άλογης ασυνείδητης πλευράς της ψυχής. Το «άλογο» κατέχει μιαν ιδιαίτερη θέση στην κοοσμοθεωρία του Γιούνγκ. Εκεί όπου η λογική σύνθεση των αντιθέσεων δεν πετυχαίνει δεν μένει παρά να αφουγκραστούμε τα κρυφά, ασυνείδητα σύμβολα. Οπως λέει ο ίδιος «η σύνθεση και ο συμβιβασμός των αντιθέσεων δεν είναι δουλειά της λογικής ούτε υπόθεση της θέλησης, είναι μια ψυχική προοδευτική λειτουργία, που εκφράζεται με σύμβολα». (Das Geheimnis der goldenen Bluete”, Muenchen, 1929, s.30). H ανακάλυψη του ομαδικού ασυνειδήτου και του ρόλου των αρχετύπων αποτελούν, κατα τη γνώμη μας, μια απο τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις του αιώνα που πέρασε θέτοντας τα θεμέλια για έναν καινούργιο τρόπο αντιμετώπισης των νευρώσεων και γενικότερα των ανθρωπολογικών προβλημάτων που απασχολούν και τη φιλοσοφία.
Η συστημική μέθοδος αναπαράστασης του Bert Hellinger και τα εντυπωσιακά ευρήματά της οφείλουν, κατά τη γνώμη μου, πολλά στις βαθυστόχαστες και τολμηρές αναζητήσεις στο πεδίο του ατομικού και του συλλογικού ασυνειδήτου, που πρωτοανίχνευσαν οι μεγάλοι, φιλοσοφημένοι δάσκαλοι της ψυχολογίας του προηγούμενου αιώνα, που είχαν αξιοποιήσει με αξιοθαύμαστο τρόπο ανάλογες προϊδεάσεις των προγενέστερων τους φιλοσόφων. Μ'αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να διατυπωσω ισως την επιστημολογική ευχή της επανασύνδεσης Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας και του διεπιστημονικού διαλόγου στο χώρο των επιστημών του ανθρώπου, προς αμοιβαίο ώφελος όλων των λειτουργών τους, χωρίς προκαταλήψεις και υπερφίαλες υποτιμήσεις γειτονικών επιστημονικών κλάδων με κοινή ιστορική παράδοση και τη δυνατότητα κοινής ερευνητικής προσπάθειας για την ψυχολογική ανθρωπολογική έρευνα, που, οπως έλεγε ο παππούς Ηράκλειτος, δεν έχει τελειωμό. «Ψυχής πέρατα ιών ουκ αν εξεύροιο, πάσαν επιπορευόμενος οδόν, ούτω βαθύν λόγον έχει».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου