Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011


του Π. Παπακωνσταντίνου
papakon_pΤα εν εξελίξει «Ιουνιανά» συνιστούν τη βαθύτερη κρίση που γνώρισε ο τόπος από το 1974. Όσο κι αν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον μονοπωλεί, αυτή τη στιγμή, η κυβερνητική αστάθεια, ο «ελέφαντας στο σαλόνι μας», όπως λένε οι Αγγλοσάξονες -η μεγάλη, ενοχλητική αλήθεια για την οποία οι περισσότεροι προτιμούν να σιωπούν- βρίσκεται αλλού: στη χειμαρρώδη εισβολή του λαϊκού παράγοντα στην πολιτική ζωή.
Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων 37 χρόνων έπεσαν ομαλά, κατόπιν εκλογών. Ακόμη και η χούντα κατέρρευσε όχι ύστερα από τη λαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου, αλλά υπό το βάρος της εθνικής τραγωδίας στην Κύπρο. Για πρώτη φορά, ο πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης που διαθέτει τη δεδηλωμένη αισθάνεται αδύναμος να κυβερνήσει και προσφέρεται να παραιτηθεί υπό την πίεση του «δρόμου». Η προχθεσινή γενική απεργία και τα συλλαλητήρια που την συνόδευσαν πήραν χαρακτηριστικά εξέγερσης της «βαθιάς Ελλάδας».
Αποτελεί επίτευγμα του κ. Γ. Παπανδρέου ότι κατάφερε να ενώσει εναντίον της κυβέρνησής του σχεδόν τους πάντες: αριστερούς και δεξιούς, μισθωτούς και επαγγελματίες, συνδικαλισμένους του δημοσίου τομέα και ανασφαλείς εργαζομένους του ιδιωτικού, ή ακόμη και το… ΠΑΜΕ με τους «Αγανακτισμένους»! Όλες οι προσπάθειες να κατατεμαχισθεί το κοινωνικό σώμα και να στραφεί η μία επαγγελματική κατηγορία εναντίον της άλλης, ξαφνικά κατέληξαν στο ακριβώς αντίθετο: να ενώσουν σε ένα πολύ ισχυρό, αντιμνημονιακό μέτωπο την πλειονότητα του πληθυσμού.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Ελληνική Δημοκρατία απέκτησε μια άτυπη «Κάτω Βουλή» των δρόμων και των πλατειών, η οποία δεν ξέρει ακόμη τι θέλει, ξέρει όμως πολύ καλά τι δεν θέλει: Δεν θέλει τα Μνημόνια Ι και ΙΙ, την κοινωνική καταστροφή και το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Μια «Κάτω Βουλή», η οποία δεν μπορεί να επιβάλει πολιτική κατεύθυνση, τείνει όμως να ασκεί ντε φάκτο «βέτο» επί θεμελιωδών κυβερνητικών αποφάσεων· και παρότι δεν θέλει, ούτε μπορεί, να λύσει το πρόβλημα διακυβέρνησης, ενδέχεται να συμβάλει καταλυτικά στην αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος. Πρέπει να είναι κανείς τυφλός για να μη βλέπει την εκθετικά αυξανόμενη ζήτηση για νέους, άφθαρτους ανθρώπους, νέες πολιτικές προτάσεις και νέους πολιτικούς σχηματισμούς, που θα βγάλουν την Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο της οικονομικής ομηρίας και της εθνικής ταπείνωσης.
Επί 25 χρόνια, το «τέλος της μεταπολίτευσης» αποτελεί δημοφιλές σλόγκαν δημοσιολογούντων. Αυτή τη φορά, φαίνεται ότι ήρθε η ώρα να το ζήσουμε στ’ αλήθεια. Η σημερινή κρίση εκφράζει ακριβώς τη διάρρηξη του μεταπολιτευτικού«κοινωνικού συμβολαίου», που είχε τη σφραγίδα του Κ. Καραμανλή, ανανεώθηκε από τον Α. Παπανδρέου και έδωσε για πρώτη φορά πολιτική σταθερότητα στην Ελληνική Δημοκρατία. Σε αντίθεση με το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος, το νεοελληνικό κοινωνικό συμβόλαιο προέβλεπε άνοδο του βιοτικού, ή μάλλον του καταναλωτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων, χωρίς αναδιανομή εις βάρος των εχόντων. Για να επιτευχθεί αυτός ο μαγικός τετραγωνισμός του κύκλου επιστρατεύθηκαν ως από μηχανής θεοί οι κοινοτικές επιδοτήσεις, η εύκολη πίστωση, ο εξωτερικός δανεισμός και, πιο πρόσφατα, οι χρηματιστηριακές φούσκες. Ένα «θαύμα», που είχε βέβαια ημερομηνία λήξης, την οποία, ωστόσο, κάθε κυβέρνηση κατάφερνε κουτσά- στραβά να μετατοπίζει πέρα από τον βιολογικό ορίζοντα της τετραετίας της.
Η ανθεκτικότητα αυτού του ιδιόμορφου συμβολαίου αποδείχθηκε από τη μοίρα του πρώτου πολιτικού που αποπειράθηκε στα σοβαρά να το ανατρέψει, του Κ. Μητσοτάκη. Με έναν Α. Παπανδρέου πολιτικά και βιολογικά εξουθενωμένο και μιαΑριστερά διασπασμένη και ζαλισμένη από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», το νεοφιλελεύθερο πείραματου Κ. Μητσοτάκη απέτυχε οικτρά, σε σημείο που να στραφούν εναντίον του και εκείνοι που τον στήριξαν. Ο, τι δεν κατάφερε όμως ο Κ. Μητσοτάκης, το κατάφερε ο Γ. Παπανδρέου υπό την απειλή της πτώχευσης. Το μεταπολιτευτικό κοινωνικό συμβόλαιο αποτελεί ήδη σωρό ερειπίων, χωρίς τίποτα ανθεκτικό, όμως, να μπει στη θέση του. Αναπόφευκτη συνέπεια είναι η υπονόμευση όχι μόνο της κυβέρνησης Παπανδρέου, αλλά ολόκληρου του δικομματικού, μεταπολιτευτικού σκηνικού.
Σοβαροί παράγοντες βλέπουν ως έξοδο κινδύνου μια κυβέρνηση δικομματικής στήριξης ΠΑΣΟΚ – Ν. Δ. και ψέγουν τον Αντ. Σαμαρά για την άρνησή του «να ανέβει στο πλοίο». Τα ερωτήματα, όμως, είναι αυτονόητα: Γιατί ο αρχηγός της αντιπολίτευσης θα σπεύσει να ανέβει στο καράβι του αντιπάλου του, τη στιγμή που αυτό βυθίζεται; Τι θα καταφέρει το κυβερνητικό «άθροισμα» ΠΑΣΟΚ – Ν. Δ., εκτός από το να υψώσει στο τετράγωνο τη λαϊκή δυσφορία; Κι αν, μετά την απαξίωση του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, απαξιωθεί και η Ν. Δ. του κ. Σαμαρά από το επόμενο κύμα λαϊκών κινητοποιήσεων, ποια θα είναι τότε η εναλλακτική λύση; Με δεδομένη την αυτοακύρωση του ΛΑΟΣ ως «λαϊκής» δύναμης ύστερα από την υποστήριξη του Μνημονίου, ποιος άλλος εκτός από την Αριστερά θα μείνει στον ρόλο του μόνου θεσμικού συνομιλητή με τον λαϊκό ριζοσπαστισμό;
Όλα δείχνουν ότι το ελληνικό πολιτικό δράμα δεν θα έχει γρήγορο τέλος. Τα λόγια του Αντόνιο Γκράμσι ακούγονται επίκαιρα: «Ο παλιός κόσμος πεθαίνει, ο καινούργιος δεν έχει ακόμη γεννηθεί. Ζούμε στην εποχή των τεράτων» …
Δημοσιεύτηκε στην “Καθημερινή”της 17.6.2011

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011


Φουκουσίμα: Ακόμη μια πυρηνική καταστροφή

Η πυρηνική βιομηχανία της ΙαπωνίαςFREE photo hosting by Fih.gr

Η πυρηνική βιομηχανία στην Ιαπωνία, καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο, βασίζεται στο κέρδος, δίνοντας στους ιδιοκτήτες των εταιρειών, στους προμηθευτές και στους φορείς εκμετάλλευσης της ενέργειας ένα συνεχές κίνητρο για να παρακάμψουν τους κανόνες ασφάλειας.

Ο αντιδραστήρας Φουκουσίμα βασίζεται σε τεχνολογία σχεδιασμού της General Electric πριν από 40 χρόνια. Αυτός ο τύπος, που είναι ήδη ξεπερασμένος, βρίσκεται σε άλλες 6 πυρηνικές εγκαταστάσεις στην Ιαπωνία και σε τουλάχιστον 21 στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η εταιρεία εκμετάλλευσης του συγκροτήματος Φουκουσίμα, η TEPCO, έχει ένα αμαρτωλό παρελθόν όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους κανόνες ασφαλείας. Το 2003, οι 17 πυρηνικοί σταθμοί της έκλεισαν προσωρινά λόγω ενός σκανδάλου που αφορούσε παραποιημένες εκθέσεις επιθεώρησης, ενώ το 2006 βγήκε στην επιφάνεια ένα άλλο σκάνδαλο που αφορούσε ψεύτικα στοιχεία τα οποία παρουσίασε η ίδια εταιρεία.

του Κώστα Σκορδούλη*



Οι επιστήμονες ήδη έχουν εκφράσει βαθιά ανησυχία για την ασφάλεια πολλών από τις πυρηνικές εγκαταστάσεις της Ιαπωνίας, ορισμένες από τις οποίες χρονολογούνται από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, μεταξύ των άλλων και για τη Φουκουσίμα, εδώ και πολύ καιρό, όπως και για το εργοστάσιο Hamaoka, μόλις 100 μίλια νοτιοδυτι κά του Τόκιο.
Σε μια ορθολογικά σχεδιασμένη παγκόσμια οικονομία, η τοποθέτηση δεκάδων πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στην πιο ενεργή γεωλογικά ζώνη του πλανήτη και σε μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του θα πρέπει να θεωρηθεί παραφροσύνη. Αλλά για την καπιταλιστική οικονομία του ανταγωνισμού των εθνών-κρατών, και συγκεκριμένα για την ιαπωνική αστική τάξη, είναι περισσότερο επιτακτική η ανάγκη για την επίτευξη εσωτερικής ενεργειακής επάρκειας, καθώς η χώρα δεν διαθέτει κοιτάσματα πετρελαίου, φυσικού αερίου ή άνθρακα.
Επιπλέον, η ιαπωνική άρχουσα τάξη είχε πικρή εμπειρία με προηγούμενες ενεργειακές κρίσεις πολύ πριν από το 1973. Ήδη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού για την έναρξη προληπτικού πολέμου κατά των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν το εμπάργκο της κυβέρνησης Roosevelt σε καύσιμα ως αντίποινα για την ιαπωνική επίθεση στην Κίνα.

Η συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια
Η συζήτηση, βέβαια, δεν αφορά μόνο την Ιαπωνία, δεδομένου ότι ήδη στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν 143 εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας εγκατεστημένα σε έξι κράτη-μέλη που παράγουν περίπου το 34% της χρησιμοποιούμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε επίπεδο πολιτικής έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια μια ανταλλαγή επιχειρημάτων σχετικά με το μέλλον της πυρηνικής ενέργειας. Με αφορμή τα ατυχήματα στα πυρηνικά εργοστάσια του Harrisburg (Βρετανία) και του Three Mile Island (ΗΠΑ) τη δεκαετία του ’70 αλλά και του Τσερνομπίλ το 1986, τέθηκε το ζήτημα της ασφάλειας των πυρηνικών εγκαταστάσεων. Η σύνολη συζήτηση συνδεόταν και με το ζήτημα των πυρηνικών εξοπλισμών και το ενδεχόμενο ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου, όπως και τις επαπειλούμενες καταστροφές. Ωστόσο, το πλαίσιο της αντιπαράθεσης σήμερα είναι διαφοροποιημένο.
Οι υποστηρικτές της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας υποστηρίζουν ότι:
• δεν προκαλεί ατμοσφαιρική ρύπανση και δεν επιτείνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου, διότι δεν παράγει απόβλητα σε αέρια μορφή, αφού κατά δήλωση είναι μια απολύτως καθαρή μορφή παραγωγής ενέργειας από όλες τις πλευρές
• το κόστος παραγωγής είναι πολύ χαμηλό, αν λάβουμε υπόψη ότι παράγονται τεράστια ποσά ισοδύναμου του πετρελαίου από μικρή ποσότητα ουρανίου
• υπάρχουν αρκετά αποθέματα ουρανίου για να λύσουν το ενεργειακό πρόβλημα τους επόμενους αιώνες, τη στιγμή που στατιστικές μελέτες αναφέρουν ότι το υπάρχον απόθεμα λιγνίτη επαρκεί μόνο για τα επόμενα 300 χρόνια, ενώ το πετρέλαιο θα έχει εξαφανιστεί την προσεχή εκατονταετία
• θεωρείται η πλέον ωφέλιμη μελλοντική πηγή ενέργειας για την ανθρωπότητα, διότι θα προσφέρει ενέργεια χαμηλού κόστους και ταυτόχρονα δεν θα επιβαρύνει το περιβάλλον
Τα μέλη και οι υποστηρικτές του αντιπυρηνικού κινήματος στηρίζουν τις απόψεις τους στα εξής επιχειρήματα:
• για να κατασκευαστεί ένα εργοστάσιο, να συντηρηθεί, να διαμορφωθεί ασφαλής φύλαξη των αποβλήτων και να ανανεώνεται συνεχώς ο τεχνικός εξοπλισμός για την πληρέστερη ασφάλεια των εργαζομένων απαιτείται μεγάλο οικονομικό κόστος, το οποίο τελικά καθιστά τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας οικονομικά ασύμφορη
• η πυρηνική ενέργεια έμμεσα ρυπαίνει την ατμόσφαιρα, διότι παράγει διοξείδιο του άνθρακα από το καύσιμο που χρησιμοποιείται κατά την εξόρυξη του ουρανίου
• τα παραγόμενα ραδιενεργά απόβλητα δημιουργούν τεράστιο πρόβλημα ως προς την απόθεσή τους. Παρ’ όλο που διεθνείς συμβάσεις, όπως το Πρωτόκολλο της Βαρκελώνης, καθορίζουν τις διαδικασίες αντιμετώπισής τους, πολλές χώρες του Τρίτου Κόσμου δέχονται να αποθηκεύουν πυρηνικά απόβλητα, στο πλαίσιο των οικονομικών ανα γκών τους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η απειλούμενη υγεία των ανθρώπων και η προ στασία του περιβάλλοντος. Έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις ανοξείδωτων βαρελιών με πυρηνικά απόβλητα που ρίχνονται στη θάλασσα, όπου η συνεχής ακτινοβολία που εκπέμπεται από το ραδιενεργό περιεχόμενό τους μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα τα μετατρέπει σε οξειδωτά. Κατά συνέπεια, αφού σκουριάσουν φυσικά τρυπούν και τα πυ ρηνικά απόβλητα ελευθερώνονται καταστρέφοντας τη θαλάσσια ζωή και ταυτόχρονα, μέσω της τροφικής αλυσίδας, φτάνουν και στους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς, μη εξαιρουμένου και του ανθρώπου
• τα πυρηνικά ατυχήματα θέτουν συχνά την ανθρώπινη ζωή σε κίνδυνο (πέραν των ατόμων που χάνουν άμεσα τη ζωή τους κατά την εμφάνιση ενός πυρηνικού ατυχήμα τος). Στις περιπτώσεις ατυχήματος, λοιπόν, χιλιάδες άνθρωποι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, πολλά από τα οποία οδηγούν στο θάνατο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος στα ατυχήματα πυρηνικών αντιδραστήρων δεν οφείλεται στα άμεσα αποτελέσματα της έκρηξης ή της πυρκαγιάς, αλλά στην επακόλουθη απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων ραδιενεργού υλικού από τον αντιδραστήρα. Δεν υπάρχει ουσιαστικά κανένα όριο στο μέγεθος της καταστροφής που μπορεί να συμβεί. Χιλιάδες θάνατοι προξενήθηκαν από το ατύχημα του Τσερνομπίλ το 1986, ενώ τεράστιες εδαφικές εκτάσεις νεκρώθηκαν.
• η θερμική ρύπανση που προέρχεται από τους τόνους υψηλής θερμοκρασίας νερού που αποδεσμεύεται από τους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έχει ολέθρια αποτελέσματα για τη χλωρίδα και την πανίδα των λιμνών και των ποταμών στους οποίους καταλήγει. Η άνοδος της θερμοκρασίας του νερού όχι μόνο καταστρέφει τις φυσιολογικές και αναπαραγωγικές λειτουργίες των υδρόβιων οργανισμών, αλλά συντελεί και στη δημιουργία μεγάλων στρωμάτων φυκιών που επιτείνουν το πρόβλημα του ευτροφισμού.
Η πυρηνική ενέργεια αποτελεί μία από τις παραμέτρους που υπεισέρχονται στη συζήτηση για την αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισης των προβλημάτων τα οποία συνδέονται με την αλλαγή του κλίματος, καθώς και τρόπων μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Βραχυπρόθεσμα, για να εξακολουθεί να αποτελεί η πυρηνική ενέργεια θέμα προβληματισμού στο πλαίσιο των ενεργειακών αναγκών, θα χρειαστεί να εξευρεθούν ασφαλείς και ταυτόχρονα αποδεκτοί από την κοινωνία τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος των πυρηνικών αποβλήτων και πιο συγκεκριμένα λύσεις για τη διαχείριση των αποβλήτων μακράς διάρκειας ζωής.
Οι συνέπειες ενός πυρηνικού ατυχήματος, όπως αυτό στο Τσέρνομπιλ, ή παλαιότερα στο Harrisburg και στο Three Mile Island, θέτουν την ανθρώπινη κοινότητα προ των ευθυνών της. Ευθύνες για τη μη ορθολογική χρήση των υπαρχουσών ενεργειακών πηγών και ευθύνες για τη μη τήρηση αυστηρών προδιαγραφών στα ήδη υπάρχοντα πυρηνικά εργοστάσια όσον αφορά τόσο τις διαδικασίες λειτουργίας τους όσο και την εξασφάλιση χώρων ταφής των αποβλήτων.

*Ο Κώστας Σκορδούλης είναι Καθηγητής Φυσικής και Επιστημολογίας Φυσικών Επιστημών στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.